Νόμιζε μέχρι τα 18, ότι οικογένεια είναι ότι υπήρχε σε εκείνο το σπίτι το ψηλό και είχε μέσα ανθρώπους σε διαφορετικές ηλικίες, πέντε στον αριθμό. Σαν οικογένεια σε παιδική ζωγραφιά. Αυτοί οι πέντε είχαν τους ρόλους τους, συνυπήρχαν, άλλοτε θυμωμένοι, χαρούμενοι, αγχωμένοι, κινούνταν σε διαφορετικό ρυθμό κάθε φορά, μπαίναν λαχανιασμένοι γιατί ανεβαίνανε και πολλά σκαλιά, βγαίναν προσεκτικοί στο κατέβασμα μην χάσουν την ισορροπία τους. Οι πέντε στο αυτοκίνητο, στο τραπέζι, στο πλοίο, στο αεροπλάνο και γύρω-γύρω οι υπόλοιποι.
«Αποφασίσαμε να μην είμαστε πια μαζί, αλλά σε αγαπάμε πολύ και θα είμαστε δίπλα σου για ό,τι χρειαστείς».
Ασυναίσθητα, παρατηρούσε πια όλες τις οικογένειες -παραδοσιακές και μη- και από κάθε μία κρατούσε ότι της άρεσε και το σημείωνε. Εκτεθειμένη στην ζωγραφική από μικρή και με ζωηρή φαντασία, μάζευε μικρά στοιχεία και σχεδίαζε διάφορες μορφές οικογένειας. Η οικογένεια είναι πολύ μικρά πράγματα που συμπυκνώνουν φροντίδα, αγάπη, ασφάλεια, όρια, μια αόρατη σύνδεση με άλλους ανθρώπους, όχι πάντα απτή, αντιληπτή μόνο σε αυτούς που επιλέγουν να συμμετέχουν ενεργά. Σε μια οικογένεια, το παράθυρο του διαλόγου είναι πάντα ανοιχτό, ακόμα κι αν δεν λέγεται τίποτα για χρόνια, ακόμα και αν υπάρχουν διαφωνίες. Σε μια οικογένεια, προσφέρει ένας κάτι και κάποιος θα προσφέρει κάτι άλλο. Δεν μπαίνουν στην ζυγαριά και δεν έχουν όλα το ίδιο σχήμα και την ίδια υφή.
«Κρακ!» σαν ένα κλαράκι σε δέντρο που έσπασε, είναι η αίσθηση στο στομάχι, κάθε φορά που ένα παιδί παρακολουθεί αδιέξοδα επικοινωνίας μέσα στην οικογένεια.
Μέλη μιας οικογένειας είναι όσοι δίνουν ραντεβού κάπου και εμφανιζόνται κι ας αργήσουν, ενώ ανυπομονούν να έρθει εκείνη η ώρα. Το γεγονός ότι όλοι είναι καλά και δίνουν το παρόν, είναι από μόνο του το πιο ευχάριστο από όλα και μικρή σημασία έχει το μενού, τα ρούχα, ο καιρός, το φαγητό κι αν το νερό θα είναι από τη βρύση. Σαν οικογένεια φέρεται και όποιος στηρίζει σταθερά και σιωπηλά, αυτός που λες και σε μυρίζεται όταν δεν είσαι καλά και στέλνει ένα απλό μήνυμα στο messenger όταν το έχεις πολύ ανάγκη. Σαν σε μια οικογένεια που φροντίζει τα μέλη της, όταν εκείνη σκαρφάλωνε, τολμώντας κάτι νέο, τουλάχιστον ένας από κάτω θα της ίσιωνε το στρώμα, κι αν όχι αυτός, ο άλλος δίπλα.
Οικογένεια ένιωσε σε εκείνα τα σπίτια φίλων χιλιόμετρα μακριά στα οποία την πήρε ο ύπνος και δεν την πείραξε κανείς, ή σε εκείνο το γεύμα κερασμένο από τους γονείς της φίλης της από την Τουρκία όπως και με τα κορίτσια που μετά την έξοδο της ζήτησαν να κάνει αναπάντητη όταν μπει στο σπίτι.
«Όχι, διαφωνώ» μπορείς να πεις σε μια οικογένεια, και να μην πιστέψεις ότι θα σταματήσουν να σε αγαπούν το επόμενο λεπτό.
Σε μια οικογένεια μπορείς να βάλεις όρια, εκεί τα μαθαίνεις, να εκφράζεις την άποψή σου, το σεβασμό, το δικαίωμα στο «όχι». Όταν ανήκεις σε μια οικογένεια περπατάς με αυτοπεποίθηση, γιατί ξέρεις ότι έχεις ένα σπίτι μέσα σου, ακόμα κι αν όλα τα άλλα έχουν αποτύχει. Μαθαίνεις και να βρίσκεις μικρές ή μεγάλες οικογένειες εκεί που κανείς δεν μπορείς να τις δει. Δεν μπαίνεις ξανά «μόνη» πουθενά, σε ένα δύσκολο ραντεβού, στην διεκδίκηση μια καλύτερης ζωής, μιας μεγάλης ευκαιρίας, μπαίνεις με μια πανοπλία.
«Τι ωραία που περάσαμε σήμερα, σαν οικογένεια ήταν».
Κάποιοι γίνονται οικογένεια στιγμιαία όπως εκείνο το βράδυ που η παρέα της την επισκέφτηκε και την κοιτούσε με αγωνία και φρόντισε να την κάνει να νιώσει καλύτερα τις επόμενες μέρες με τα αστεία της και τις κουβέντες τις. Κάπου αλλού, ένας κύκλος από γυναίκες την άκουγαν κάθε εβδομάδα. Οικογένεια μπορεί κι ένας μόνο άνθρωπος που επιλέγει, την στηρίζει και γι’αυτόν γίνεται η καλύτερη εκδοχή του εαυτού της.