Μεγαλώνουμε και μαθαίνουμε να περπατάμε και να απολαμβάνουμε την οπτική γωνία θέασης που μας προσφέρει το ύψος της θέσης των ματιών μας. Από αυτό το ύψος κοιτάμε έναν άλλο άνθρωπο και ανάλογα και με το δικό του ύψος μάθαμε να χαμηλώνουμε ή να υψώνουμε την ματιά μας. Μέσα στη μέρα αλλάζουμε οπτικές γωνίες, ξαπλώνουμε, κοιτάμε ψηλά, γυρνάμε μπρούμυτα, ανεβαίνουμε μια σκάλα, καθόμαστε σε ένα καναπέ, φοράμε τακούνια ή αν είμαστε αποφασισμένοι φωτογράφοι, ξαπλώνουμε στον δρόμο για να τραβήξουμε την λακκούβα με το νερό από την ιδανική γωνία λήψης. Υπάρχουν βέβαια και οι οπτικές γωνίες που μας προσφέρουν το αεροπλάνο ή ένας εκπληκτικός γκρεμός σε ένα βουνό.
Θυμάμαι σε ένα παιδικό πάρτυ, που ξαπλώσαμε -σαν μια μορφή δημιουργική δραστηριότητας- και κοιτούσαμε τα σύννεφα. Όσο κι αν ήθελα να κοιτάξω τα σύννεφα που ελάχιστα είχε παραμορφωθεί το σχήμα τους όταν ξάπλωσα, την προσοχή μου τραβούσαν οι παραμορφωμένες γραμμές των ανθρώπων που ήταν ακόμα όρθιοι. Πολύ μεγαλύτερα πόδια και ένα αστείο πρόσωπο στο τέλος του ορίζοντα. Είχα ανακαλύψει τότε στιγμιαία μια νέα οπτική γωνία θέασης.
Το 2010, πήγα πρώτη φορά να παρακολουθήσω μάθημα εναέριων ακροβατικών. Στα πλαίσια της εξάσκησής μου με τον εναέριο εξοπλισμό απέκτησα γρήγορα και χωρίς να το συνειδητοποιώ εκείνη την στιγμή δύο νέες οπτικές γωνίες θέασης. Οι δύο αυτές γωνίες, είχαν και ένα συμβολικό χαρακτήρα. A’ γωνία, η γωνία του θεατή. Πρώτη φορά κοιτούσα για τόση ώρα προς τα πάνω και μάλιστα κοιτούσα ένα ή πολλά ανθρώπινα σώματα τα οποία βρίσκονταν πάνω από το έδαφος αλλά χωρίς να πατάνε κάπου. Κάτι τέτοιο είχε ξανασυμβεί όταν πριν από πολλά χρόνια είχα δει παράσταση του θιάσου “De La Guarda”. Β’ γωνία, η γωνία του επιτελεστή. Όταν ήμουν πια σε θέση να ανέβω κι εγώ ψηλά, κοίταξα για πρώτη φορά προς τα κάτω. Τα σώματα που με κοιτούσαν, ήταν πιο μικρά και έβλεπα κυρίως το κεφάλι τους, σαν να βλέπω τις μπαλαρίνες του Degas. Ήταν ένας νέος κόσμος. Έμαθα να κοιτάω συνέχεια τους συμμαθητές μου προσεκτικά παρατηρώντας τις ασκήσεις που κάνουν, να σταματάνε σε κάποια πόζα και άρχισα να βλέπω ένα σώμα που μεταμορφώνεται συνεχώς χάρη στην νέα αυτή οπτική γωνία.
Θυμάμαι και τις πρώτες φορές που κοίταξα προς τα κάτω για να πάρω οδηγίες. Ούτε 4 μέτρα δεν ήμουν πάνω από το έδαφος και το συναίσθημα ήταν αλλόκοτο, ενώ παράλληλα κοιτούσα στα μάτια (όσο αυτό γινόταν) την δασκάλα μου την Ευγενία, να ακούσω την οδηγία που θα μου δώσει.
Όταν απέκτησα μεγαλύτερη εξοικείωση -με το πανί τότε-, θυμάμαι πως έπρεπε κάπως να ξεχάσω την οπτική γωνία των άλλων και να μείνω προσηλωμένη στην πραγματικότητα που μου προσέφερε εκείνη την στιγμή η επαφή μου με το πανί. Μια πολύ κοντινή οπτική γωνία πλέον, εγώ με το πανί μέσα στο πρόσωπό μου, ανάμεσα στα χέρια και στα πόδια και η βαρύτητα να καλεί πίσω στο έδαφος. Το μεγαλύτερο ύψος που έχω βρεθεί μέχρι τώρα ήταν με την ομάδα “Δέκα Πάνω”, στον εσωτερικό χώρο της Δημοτικής Αγοράς της Καρδίτσας. Πρέπει να ήταν 11-13 μέτρα. Ήταν ένας άλλος κόσμος από εκεί πάνω και δεν είχα δει ακόμα την σκηνή από την ταινία του Φελίνι.
Την περίοδο που κάναμε τις παραστάσεις, ποτέ δεν ανεβαίναμε απλά “εκεί πάνω”. Φτάναμε κάθε φορά σε ένα λίγο διαφορετικό ύψος που νιώθαμε άνετα και σκοπός μας ήταν για να εκφραστούμε, να ακολουθήσουμε την μουσική και να πούμε μια μικρή ιστορία. Αντίστοιχα όμως, όταν εμείς ήμαστε κάτω, κοιτούσαμε και τους υπόλοιπους που ήταν πάνω έχοντας πλήρη σύνδεση και ενσυναίσθηση με την κατάστασή τους. Η οπτική που είχαμε από εκεί, απέκτησε σταδιακά μια συμβολική διάσταση: ενώ φαίνεται ότι έχει στιγμιαία κατακτηθεί, πρέπει με πολύ κόπο να κατακτάται συνεχώς. Χάρη στην ενασχόλησή μου με τα εναέρια ακροβατικά, απέκτησα πολλές νέες οπτικές γωνίες. Μία από αυτές είναι του καλλιτέχνη που ανεβασμένος σε ένα μέρος σχεδόν απόκοσμο είναι εκεί για να δημιουργήσει και να αφηγηθεί, απολαμβάνοντας ο ίδιος μια νέα οπτική γωνία, και προσφέροντας μία αντίστοιχη στους θεατές.
*Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε τον Ιανουάριο του 2021, έπειτα από κάλεσμα της Αγγελικής Μέλη για το Apparatus Circus Lab. Αυτή είναι η πρώτη επίσημη δημοσίευσή του.